ΚΑΤΑΓΜΑΤΑ ΣΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΓΟΝΑΤΟΣ

Τα κατάγματα στη περιοχή του γόνατος περιλαμβάνουν τα κατάγματα της επιγονατίδας, τα κατάγματα των μηριαίων κονδύλων και τα κατάγματα  των κονδύλων της κνήμης.

Έτσι λοιπόν  η θεραπεία τους  είναι  συνήθως χειρουργική  (ανοικτή ανάταξη και Οστεοσύνθεση) ή αρθροσκοπικά υποβοηθούμενη. Ο στόχος της επέμβασης είναι η αποκατάσταση της ανατομίας και η σταθεροποίηση του κατάγματος έτσι ώστε  να επιτρέπει γρήγορη κινητοποίηση.


ΡΗΞΗ ΜΗΝΙΣΚΟΥ

Η Ρήξη του μηνίσκου είναι η πλέον συνηθισμένη αιτία πόνου στο γόνατο σε ασθενείς νεότερης και μέσης ηλικίας. Πολύ συχνά εμφανίζονται σε αθλητικές κακώσεις, αλλά και στη καθημερινότητα.

Το γόνατο έχει δύο μηνίσκους τον έσω και τον έξω. Αυτοί είναι ημισελινοειδή (σαν μισοφέγγαρα) ινοχόνδρινα τμήματα ( μεμβράνες) που παρεμβάλλονται μεταξύ των οστών της κνήμης και του μηρού. Δηλαδή κάθονται στη περιφέρεια του έσω και του έξω κνημιαίου κονδύλου.

Η παρουσία και η λειτουργία των μηνίσκων είναι πολύ μεγάλης σημασίας για το γόνατο. Γόνατα τα οποία στο παρελθόν υποβλήθηκαν σε ολική μηνισκεκτομή (αφαίρεση των μηνίσκων) ανέπτυξαν οστεοαρθρίτιδα με την   πάροδο του χρόνου.

  Οι μηνίσκοι συμβάλλουν στο μεγαλύτερο βαθμό  στην απορρόφηση κραδασμών και στη κατανομή των φορτίσεων  μεταξύ  της κνήμης και του μηρού. Δηλαδή παρεμβάλλονται σαν “μαξιλαράκια” μεταξύ της επίπεδης επιφάνειας της κνήμης και της κυρτής επιφάνειας του μηρού έτσι ώστε να βελτιώνουν τις σχέσεις αυτών των οστών. Επίσης οι μηνίσκοι συμβάλλουν στην γλοιότητα του γόνατος παράγοντας αρθρικό υγρό, καθώς επίσης συμβάλλουν στη σταθερότητα του γόνατος.

Η Ρήξη  του μηνίσκου σε νεότερους ασθενείς απαιτεί βίαιο στροφικό τραυματισμό, ενώ σε ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας ένεκα της ελάττωσης της ελαστικότητας των μηνίσκων, επέρχεται με τραυματισμό με λιγότερη βία, ή ακόμη με επαναλαμβανόμενους μικροτραυματισμούς που δεν γίνονται αντιληπτοί.

Τα συμπτώματα είναι πόνος κυρίως στη κίνηση και ιδιαίτερα στις στροφές ( έξοδος από το αυτοκίνητο), διόγκωση του γόνατος  με δημιουργία υγρού στο γόνατο και πολλές φορές το “κλείδωμα” ή το ” μάγκωμα” του γόνατος.

Οι μηνίσκοι αιματώνονται μόνο στη περιφέρεια, στη λεγόμενη κόκκινη ζώνη, ενώ  δεν έχουν αιμάτωση  στο κέντρο, λευκή ζώνη. Το γεγονός αυτό συμβάλλει στη μη δυνατότητα επούλωσης.

Η  διάγνωση της ρήξης του μηνίσκου τίθεται από το ιστορικό του ασθενή, την ενδελεχή κλινική εξέταση και επιβεβαιώνεται  με την Μαγνητική Τομογραφία (MRI). Η μαγνητική τομογραφία έχει αξιοπιστία πέραν του 90% . Πολλές φορές όμως, η μαγνητική τομογραφία δείχνει και ενδομηνισκικές  ρήξεις, οι οποίες στην αρθροσκόπηση δεν φαίνονται και δεν πρέπει να χειρουργούνται.

Η θεραπεία της ρήξης του μηνίσκου είναι κυρίως χειρουργική – αρθροσκοπική. Σε ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας μπορεί να εφαρμοστεί συντηρητική θεραπεία. Αυτή συνίσταται σε παγοθεραπεία, αντιφλεγμονώδη αγωγή από το στόμα και φυσιοθεραπεία. Η θεραπεία αυτή είναι συμπτωματική και όχι αιτιολογική. Αυτό σημαίνει ότι ο ασθενής πιθανώς να ξαναπαρουσιάσει τα συμπτώματα στο μέλλον.

Η βασική θεραπεία είναι χειρουργική-αρθροσκοπική. Επειδή η πλειονότητα των ρήξεων βρίσκεται στην λευκή ζώνη, χωρίς δυνατότητα επούλωσης, διενεργείται συνήθως καθαρισμός του ραγέντος τμήματος του μηνίσκου και ομαλοποίηση της ρήξης –μερική μηνισκεκτομή.

Ο χειρουργός προσπαθεί να αφαιρέσει όσο το δυνατό μικρότερο τμήμα από το μηνίσκο, χωρίς όμως να αφήνει συμπτώματα και ομαλοποιώντας τον εναπομείναντα μηνίσκο . Λαμβάνοντας αυτό υπόψη καλό είναι η θεραπεία να γίνεται σύντομα, έτσι ώστε να μη προχωράει και να μεγαλώνει η ρήξη με την καθυστέρηση της επέμβασης.

Επειδή η ύπαρξη του μηνίσκου είναι σημαντική, ιδικά σε νέα άτομα πρέπει να γίνεται προσπάθεια συρραφής και αποκατάστασης της ρήξης του μηνίσκου. Βέβαια για να έχει επιτυχία η συρραφή του μηνίσκου πρέπει να  υπάρχουν σαφείς ενδείξεις, όπως η ρήξη στην ” κόκκινη ζώνη” ( αιμάσσουσα περιοχή), ρήξη καθαρή σαν από μαχαίρι, και νεαρό της ηλικίας με δυνατότητα αναγέννησης.

Υπάρχου διάφορες τεχνικές συρραφής μηνίσκου, που εφαρμόζονται ανάλογα της περιοχής της ρήξης. (Από μέσα προς τα έξω, από έξω προς τα μέσα ή τελείως αρθροσκοπικά –all inside technique)

Τελευταία γίνεται και προσπάθεια μεταμόσχευσης μηνίσκου από πτωματικά μοσχεύματα. Αυτή η μέθοδος βρίσκεται ακόμα στα σπάργανα και χρειάζεται ακόμα αρκετός χρόνος για να καθιερωθεί.

Άλλη προσπάθεια γίνεται με τη  μεταμόσχευση συνθετικών μηνίσκων, που θεωρητικά χρησιμοποιούνται σαν ικριώματα για ανάπτυξη κυττάρων, αλλά ακόμα βρίσκεται σε πειραματικό στάδιο.

Η μετεγχειρητική πορεία  μετά από  αρθροσκοπική μερική μηνισκεκτομή ( καθαρισμό της ρήξης) είναι ομαλή και σύντομη. Ο ασθενής κινείται άμεσα με  υποστήριξη (πατερίτσες) για περίπου  2 ή 3 μέρες και επανέρχεται στη καθημερινότητα σε περίπου  μία εβδομάδα. Σε  αθλητικές  δραστηριότητες επανέρχεται  σε περίπου 3-4 εβδομάδες.

Βέβαια η μετεγχειρητική αποκατάσταση μετά από προσπάθεια συρραφής είναι εντελώς διαφορετική. Περιλαμβάνει αποφυγή  φόρτισης για 4 – 6 εβδομάδες δηλ βάδιση με πατερίτσες καθώς επίσης και αποφυγή πλήρης κάμψης.  Ακολούθως αρχίζει προοδευτική φόρτιση με συγχρόνως διεύρυνση στο εύρος κινήσεων. Η επάνοδος στις αθλητικές δραστηριότητες γίνεται στους 4- 5 μήνες. Ποσοστό αποτυχίας της συρραφής περίπου 15% -20%.


ΑΡΘΡΟΣΚΟΠΗΣΗ – ΑΡΘΡΟΣΚΟΠΙΚΗ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΓΟΝΑΤΟΣ

Η Αρθροσκόπηση είναι μια ελάχιστα επεμβατική χειρουργική τεχνική  που εφαρμόζεται στις αρθρώσεις του σώματος. Η επέμβαση αυτή περιλαμβάνει  μικρές οπές σαν πύλες εισόδου, από τις  οποίες εισάγεται το αρθροσκόπιο, ένα όργανο με αρκετούς μικροσκοπικούς φακούς που συνδέεται με οθόνη, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα της εξέτασης της άρθρωσης με μεγάλη λεπτομέρεια. Από τις άλλες πύλες εισόδους εισάγονται αρθροσκοπικά εργαλεία οπότε η επέμβαση από διαγνωστική μπορεί να γίνει και θεραπευτική.

Οι ασθενείς μπορούν να επωφεληθούν από αυτή τη ¨key hole surgery¨ γιατί έτσι δημιουργούνται μικρότερες βλάβες των ιστών, μείωση του χρόνου αποκατάστασης, λιγότερες ουλές και λιγότερο μετεγχειρητικό πόνο, με σαφώς καλύτερη οπτική επαφή στο εσωτερικό της άρθρωσης.

ΧΟΝΔΡΙΝΕΣ ΒΛΑΒΕΣ

Οι βλάβες του αρθρικού χόνδρου είναι μία αιτία πόνου στο γόνατο.

Ο αρθρικός χόνδρος, ο οποίος καλύπτει τα οστά μίας άρθρωσης για να μην τρίβονται μεταξύ τους στη κίνηση, αποτελείται από υαλώδη χόνδρο. Αυτός είναι άσπρος με γυαλιστερή επιφάνεια και πάχος μερικά χιλιοστά, έτσι που να επιτρέπει την κίνηση στις αρθρώσεις.

Οι βλάβες του αρθρικού χόνδρου είναι πολύ συχνές. Σε νέα άτομα αυτές είναι συνήθως τραυματικής αιτιολογίας και μπορεί να συναντώνται είτε σα μονήρης, είτε σαν διάχυτές και ακόμα σε συνδυασμό με συνδεσμικές κακώσεις του γόνατος (αστάθεια). Σε ηλικιωμένους ασθενείς, αυτές βρίσκονται στο πλαίσιο της εκφυλιστικής αρθρίτιδας σα πρώιμο στάδιο της Οστεοαρθρίτιδας. Αυτές οι βλάβες χωρίζονται σε 4 στάδια ανάλογα του βάθους τους.

Τα συμπτώματα που προκαλούν οι χόνδρινες βλάβες είναι ο πόνος στο γόνατο, κυρίως σε συνδυασμό με κίνηση, ύδραρθρο δηλαδή συλλογή υγρού ενδοαρθρικά, σπάνια δε αίσθημα κλειδώματος ή μαγκώματος του γόνατος. Βέβαια αυτά εξαρτώνται από το μέγεθος και το στάδιο της βλάβης.

Η διάγνωση της χόνδρινης βλάβης τίθεται συνήθως με την διεξαγωγή μαγνητικής τομογραφίας (MRI), και επιβεβαιώνεται αρθροσκοπικά.

Η θεραπεία των χόνδρινων βλαβών είναι δύσκολη, βασικά αρθροσκοπική και εξαρτάται από το στάδιο και την έκταση της βλάβης. Σε επιφανειακές βλάβες γίνεται συνήθως αρθροσκοπικός καθαρισμός και χονδροπλαστική.

Σε βλάβες που φθάνου μέχρι το υποχόνδριο οστού ( στάδιο 4), εφαρμόζεται επιπλέον η τεχνική των μικροκαταγμάτων, δηλ η δημιουργία μικρών οπών ( τρυπανισμών ) για τη διέλευση αίματος και δημιουργία ινοχόνδρινου στρώματος για επούλωση. Αυτή είναι μία απλή τεχνική που επιτρέπει τη δημιουργία υποτυπώδη χόνδρου.

 Σε νεότερους ασθενείς, όπου η βλάβη δεν είναι σε μεγάλη έκταση εφαρμόζεται η τεχνική της μεταμόσχευσης οστεοχόνδρινων κυλίνδρων που λαμβάνονται από άλλο σημείο του γόνατος από μη φορτιζόμενη επιφάνεια. Η τεχνική αυτή είναι γνωστή σα Mosaic Plasty ή σαν OATS (Osteochondral Autograft Transfer System ). Η τεχνική αυτή μπορεί να γίνει αρθροσκοπικά, και μειονέκτημα είναι ο περιορισμένος αριθμός κυλίνδρων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν.

Άλλη τεχνική είναι η τεχνική AMIC ( Autologus Matrix Induced Chondrogenesis) στην οποία μετά τη τεχνική των μικροκαταγμάτων τοποθετείται μία αλοιφή στη περιοχή. Τα αποτελέσματα αυτής της μεθόδου δεν παρέχουν σαφή υπεροχή έναντι των μικροκαταγμάτων, τουλάχιστο ως προς τη ποιότητα του δημιουργηθέντα χόνδρου.

Επιπλέον σήμερα εφαρμόζεται επίσης η τεχνική της μεταμόσχευσης Χονδροκυττάρων Στη τεχνική αυτή, ACT( Autologus Chondrocytes Transplantation), γίνεται λήψη χονδροκυττάρων σε μία πρώτη απλή αρθροσκόπηση του γόνατος, το υλικό στέλλεται για αναπαραγωγή χονδροκυττάρων, τα οποία τοποθετούνται στη περιοχή της βλάβης σε δεύτερο χειρουργείο.

Η τεχνική αυτή εφαρμόζεται μόνο σε έλλειμμα χόνδρου. Όπου υπάρχει επιπρόσθετα και έλλειμμα υποχόνδριου οστού, τότε πρέπει πρώτα να αποκατασταθεί αυτό το έλλειμμα, και κατόπιν η μεταμόσχευση χονδροκυττάρων

Η μετεγχειρητική πορεία μετά από τη πλέον συνηθισμένη επέμβαση της τεχνικής Μικροκαταγμάτων έγκειται στη βάδιση με μερική φόρτιση, δηλαδή βάδιση με βακτηρίες μασχάλης ( πατερίτσες) για χρονικό διάστημα περίπου 6 εβδομάδων και ακολούθως προοδευτική φόρτιση. Επιπλέον μπορεί να χρησιμοποιηθούν ενδοαρθρικές ενέσεις υαλλουρονικού οξέως ή και επιπρόσθετα δισκία Χονδροϊτίνης/ Γλυκοζαμίνης από το στόμα.

ΡΗΞΗ ΠΡΟΣΘΙΟΥ ΧΙΑΣΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ

Ο Πρόσθιος Χιαστός Σύνδεσμος ( ΠΧΣ) είναι ένα από τους πιο βασικούς συνδέσμους σταθεροποίησης του γόνατος. Βρίσκεται στο μέσο του γόνατος συνδέοντας τη κνήμη με το μηρό και ελέγχει τη πρόσθια μετατόπιση της κνήμης ως προς το μηρό. Επιπλέον συμβάλλει κατά πολύ στη στροφική σταθερότητα του γόνατος.

Το γόνατο όπως είναι καλά γνωστό, είναι από  ανατομικής  κατασκευής μία ασταθής άρθρωση. Η σταθερότητα του γόνατος βασίζεται κυρίως στους συνδέσμους του. Αυτοί είναι οι δύο πλάγιοι σύνδεσμοι (έσω και έξω πλάγιος σύνδεσμος) και οι δύο χιαστοί σύνδεσμοι (πρόσθιος και οπίσθιος).

Η ρήξη του ΠΧΣ είναι ένας αρκετά συχνός τραυματισμός. Συνήθως πρόκειται για πλήρη ρήξη, πολύ πιο σπάνια επέρχεται μερική ρήξη, δηλαδή ρήξη της μίας από τις δύο δέσμες του ΠΧΣ. Η ρήξη προέρχεται συνήθως μετά από στροφικό τραυματισμό στο γόνατο, με άμεση δημιουργία αίμαρθρου (Ποσότητα αίματος στο γόνατο) και πόνο.

Ένα γόνατο με ρήξη ΠΧΣ παρουσιάζει αστάθεια, πράγμα που θέτει σε κίνδυνο για τραυματισμού των μηνίσκων και των χόνδρων. Αυτός είναι και ο βασικότερος λόγος χειρουργικής αποκατάστασης της ρήξης, δηλαδή η θεραπεία της αστάθειας του γόνατος.

Η διάγνωση της ρήξης του ΠΧΣ τίθεται από το ιστορικόν του τραυματισμού, και τη κλινική εξέταση του ασθενή. Αυτή επιβεβαιώνεται με τη μαγνητική τομογραφία (MRI)Η αντιμετώπιση της ρήξης του ΠΧΣ εξαρτάται από την ηλικία και τις προσδοκίες του ασθενή, με τη πλάστιγγα να γέρνει πολύ περισσότερο προς την αποκατάσταση της ρήξης, όσο νεότερος είναι ο ασθενής. Δηλαδή οι ανάγκες και οι απαιτήσεις του ασθενή καθορίζουν την θεραπεία. Ασθενείς βεβαίως που θέλουν να συνεχίσουν να αθλούνται σίγουρα χρειάζονται αποκατάσταση της ρήξης για αποκατάσταση της αστάθειας και πρόληψη περαιτέρω κακώσεων στο γόνατο.
Σαν πρώτο βήμα θεραπεία είναι η άμεση χρήση παγοθεραπείας και ξεκούρασης.

Η συντηρητική θεραπεία της ρήξης έγκειται στη ενδυνάμωση των μυών του γόνατος (κυρίως οπίσθιοι μηριαίοι και τετρακέφαλος), με την ελπίδα απόκτησης κάποιου βαθμού σταθερότητας στο γόνατος. Αυτό επιτυγχάνεται με συστηματική φυσιοθεραπεία. Άλλο βασικό σημείο είναι η απόκτηση ιδιοδεκτικότητας (Proprioception), ένα σύστημα του πληροφορεί τον εγκέφαλο μας για τη θέση κάποιας άρθρωση στο χώρο. Το σύστημα αυτό μας προφυλάσσει από επικείμενους τραυματισμούς.

Η αποκατάσταση έγινε πλέον καθημερινή ρουτίνα και επιτυγχάνεται αρθροσκοπικά με τη τοποθέτηση μοσχεύματος στη θέση του ΠΧΣ. Τα μοσχεύματα είναι βασικά αυτόλογα, δηλ λαμβάνονται από τον ίδιο τον ασθενή, και στη πλειοψηφία τους είναι τένοντες των ισχιομηριαίων (Hamstrigs) ή επιγονατιδικός τένοντας. Το κάθε μόσχευμα από αυτά τα δύο έχει τα δικά του πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Γενικά και τα δύο μοσχεύματα έχουν τα ίδια καλά αποτελέσματα χωρίς να φαίνεται καθαρά ότι το ένα υπερέχει του άλλου.

Τα συνθετικά μοσχεύματα χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον στο παρελθόν, αλλά ουσιαστικά έχουν εγκαταληφθεί ένεκα των πολλαπλών προβλημάτων που δημιουργούσαν. Τελευταίως άρχισε η χρήση πτωματικών μοσχευμάτων, αλλά και αυτά παρουσιάζουν άλλα προβλήματα όπως προβλήματα ιστοσυμβατότητας, μετάδοσης ασθενειών κλπ. Άλλο βασικό σημείο είναι το πόσο φρέσκο είναι το μόσχευμα που θα χρησιμοποιηθεί. Γενικά και αυτά τα μοσχεύματα δεν έχουν καθιερωθεί.

Έτσι λοιπόν το καλύτερο μόσχευμα είναι το αυτόλογο δηλαδή το μόσχευμα που λαμβάνεται από τον ίδιο ασθενή την ώρα της επέμβασης

Στην επέμβαση δημιουργούνται κανάλια στα οστά της κνήμης και του μηρού ακριβώς στις θέσεις που εκφύεται και καταφύεται ο ΠΧΣ. Ακολούθως τοποθετείται το τενόντιο μόσχευμα στα κανάλια αυτά και συγκρατείται με διάφορούς τρόπους.

Πολύ βασικό σημείο είναι η κατανόηση ότι η όλη «κατασκευή» χρειάζεται χρόνο επούλωσης. Αρχικά χρειάζεται χρόνος για ενσωμάτωση του μοσχεύματος στα οστικά κανάλια. Ακολούθως επαναγγείωση του μοσχεύματος με τη δημιουργία αγγείων από τα σημεία ενσωμάτωσης στα οστά προς το μέσο του μοσχεύματος. Και τέλος η συνδεσμοποίηση του τενόντιου μοσχεύματος σε σύνδεσμο. Αυτή όλη η διαδικασία διαρκεί περίπου 5-6 μήνες κατά τους οποίους ο ασθενής πρέπει να ακολουθεί πιστά τις οδηγίες του ιατρού ή φυσιοθεραπευτή του.

Ως προς τη τεχνική αποκατάστασης, υπάρχουν οι μέθοδοι της αποκατάστασης με μονή δέσμη ή διπλή δέσμη. Η διπλή δέσμη ανατομικά φαίνεται καλύτερη αλλά στη πράξη δεν έχει ακόμα δείξει τα αναμενόμενα αποτελέσματα.

Μετεγχειρητικά ο ασθενής βαδίζει με πατερίτσες για 2- 4 εβδομάδες και λαμβάνει φυσιοθεραπεία η οποία συνεχίζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα . Η αποκατάσταση για τις καθημερινές ασχολίες επέρχεται στις 4- 6 εβδομάδες και η επάνοδος σε αθλητικές δραστηριότητες σε 4-6 μήνες. Ποσοστό επιτυχίας 90-94%.

ΣΧΑΛΙΔΩΤΙΚΗ ΟΣΤΕΟΧΟΝΔΡΙΤΙΔΑ (OSTEOCHONDRITIS DISSECANS)

Σχαλιδωτική ΟστεοχονδρίτιδαΒέβαια η σχαλιδωτική Οστεοχονδρίτιδα σπανιότερα εμφανίζεται και σε άλλες αρθρώσεις όπως ποδοκνημική άρθρωση, αγκώνας κλπ.Η αιτία δεν είναι πλήρως εξακριβωμένη, αλλά μάλλον πρόκειται για τραυματικής αιτιολογίας πάθηση, ή πολλαπλών επαναλαμβανομένων μικροτραυματισμών.Η πάθηση ευτυχώς δεν είναι και τόσο συχνή και εμφανίζεται συνήθως σε έφηβους από 15- 20 ετών.Έχουν περιγραφεί κυρίως 4 στάδια.Στο 1ο στάδιο υπάρχει η οστεονέκρωση του οστού αλλά ο άνωθεν αρθρικός χόνδρος είναι ακέραιος.Στο 2ον στάδιο ο αρθρικός χόνδρος αρχίζει να επηρεάζεται αλλά ακόμα δεν έχει αποκολληθεί πλήρως.Στο 3ον στάδιο ο αρθρικός χόνδρος έχει αποκολληθεί πλήρως αλλά το νεκρωθέν τεμάχιο βρίσκεται ακόμα στη θέση του, καιστο 4ον και τελικό στάδιο το νεκρωθέν τεμάχιο ελευθερώνεται και βρίσκεται σαν ελεύθερο τεμάχιο στην άρθρωση.

Η θεραπεία εξαρτάται από το στάδιο και το μέγεθος της βλάβης. Στο αρχικό στάδιο και σε σταθερό τεμάχιο, όπου ο άνωθεν χόνδρος είναι ακόμα ακέραιος μπορεί να εφαρμοστεί συντηρητική αγωγή με αποχή από αθλητικές δραστηριότητες. Άλλη πιθανή επιλογή είναι αρθροσκοπική διάνοιξη οπών (τρυπανισμοί) – Drilling – για αύξηση αιμάτωσης και δημιουργία υποτυπώδους χόνδρου.Σε πιο προχωρημένα στάδια η θεραπεία είναι χειρουργική- αρθροσκοπική . Γίνεται προσπάθεια συγκράτησης του οστικού τεμαχίου με διάφορους τρόπους.

Αν αυτό είναι αναπόφευκτο, δηλαδή το οστικό τεμάχιο δεν είναι βιώσιμο, τότε μπορεί να εφαρμοστεί η τεχνική των μικροκαταγμάτων, ή γίνεται αντικατάστασης του με τη μέθοδο της οστεομεταμόσχευσης οστεοχόνδρινων κυλίνδρων ( OATS/ Mosaic Plasty)

ΡΗΞΗ ΟΠΙΣΘΙΟΥ ΧΙΑΣΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ

Ο Οπίσθιος Χιαστός Σύνδεσμος ( ΟΧΣ) είναι ένας πολύ ισχυρός σύνδεσμος μέσα στο γόνατο που ελέγχει τη οπίσθια κίνηση της κνήμης ως προς το μηρό.Η ρήξη του ΟΧΣ συμβαίνει σε σοβαρούς τραυματισμούς, συνήθως τροχαία ατυχήματα, αλλά επίσης και σε τραυματισμούς σε αθλητικές δραστηριότητες. Ευτυχώς η ρήξη του Ο.Χ.Σ. είναι αρκετά σπάνια ρήξη.

Η ρήξη του ΟΧΣ μπορεί να είναι μεμονωμένος τραυματισμός ή σε συνδυασμό με άλλες κακώσεις ( συνήθως τη λεγόμενη ρήξη της πίσω έξω ή σπανιότερα της πίσω έσω γωνίας).Η διάγνωση της ρήξης του ΟΧΣ τίθεται από το ιστορικό του ασθενή και την κλινική εξέταση. Αυτή επιβεβαιώνεται με απλή ακτινογραφία υπό stress. Η μαγνητική ακτινογραφία υστερεί στη διάγνωση της ρήξης ιδιαίτερα σε χρόνιες ρήξεις διότι έχει πολύ χαμηλό ποσοστό αξιοπιστίας.Οι αρχές αντιμετώπισης βασίζονται στο βαθμό αστάθειας του γόνατος, στις απαιτήσεις του ασθενή και στη συνύπαρξη ή όχι άλλων κακώσεων.

Η συντηρητική θεραπεία εφαρμόζεται σε μεμονωμένες ρήξεις χωρίς μεγάλη οπίσθια παρεκτόπιση και περιλαμβάνει τη χρήση ειδικών κηδεμόνων και έντονη φυσιοθεραπεία για ενδυνάμωση των μυών.Χειρουργικής – αρθροσκοπικής αποκατάστασης χρήζουν οι μεμονωμένες ρήξεις όταν η οπίσθια μετατόπιση είναι αρκετή, δηλ συνήθως πάνω από 10 χιλ καθώς επίσης και οι συνδυασμένες κακώσεις. Η αποκατάσταση του ραγέντος ΟΧΣ γίνεται με τενόντιο μόσχευμα – όπως στη ρήξη ΠΧΣ- . Σε συνδυασμένες ρήξεις πρέπει επίσης να αποκατασταθούν και οι άλλες βλάβες.